Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2022

Αι Βασίληδες Μπάτμαν και Σούπερμαν βρέθηκαν στη παιδιατρική – ογκολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ηρακλείου Κρήτης

 Υπάρχουν ήρωες ανάμεσά μας. Εμείς τους ξαναβρήκαμε στην παιδιατρική – ογκολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ηρακλείου Κρήτης. Γι αυτό, οι πυροσβέστες ξεκίνησαν από τον ουρανό, ντυμένοι Μπάτμαν και Σούπερμαν, συνοδεύοντας τους «Αγιοβασίληδες» στην κάθοδό τους με σκοινιά. 


Όλοι μαζί με φωτάκια στις στολές τους, κατέβαιναν από όροφο σε όροφο, εξωτερικά των κλινικών του 3ου κτηρίου στο ΠαΓΝΗ.

Τελικά, προσγειώθηκαν στον προαύλιο χώρο, όπισθεν της Κλινικής Αιματολογίας Ογκολογίας Παιδιών και Εφήβων Κρήτης. Εκεί, υπήρχαν φωταγωγημένα πυροσβεστικά οχήματα, διαθέσιμα για σε όλους.

Οι Πυροσβέστες, μοιράζοντας τα δώρα, έστειλαν το δικό τους μήνυμα ελπίδας και χαράς στα μικρά παιδιά και σε όσους νοσηλεύονται τις γιορτινές αυτές ημέρες στο νοσοκομείο.



Ο Διοικητής της 7ης Υ.Πε. Κρήτης Νεκτάριος Παπαβασιλείου, είχε δηλώσει: «Για μια ακόμα φορά, οι άνδρες των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, ιδιαίτερου Σώματος Ασφαλείας με αποστολή την ατομική και κοινωνική ασφάλεια, υποστηρίζουν την ανθρώπινη ζωή σε μια διαφορετική «επιχείρηση» στο Ηράκλειο της Κρήτης. Προσφέρουν χαρά, ελπίδα, αισιοδοξία. Στέκονται δίπλα στον πάσχοντα. 



Οι ευχαριστίες και τα συγχαρητήρια μας είναι το ελάχιστο για την μεγάλη καθημερινή προσφορά τους, συχνά κάτω από αντίξοες συνθήκες. Εμείς, όλοι εμείς οι άνθρωποι του Ε.Σ.Υ., δεν έχουμε πάρα να τους ευχηθούμε υγεία και δύναμη για να συνεχίσουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους. Υπηρεσίες Ζωής».



Στο τέλος της εκδήλωσης, οι διοργανωτές αντάλλαξαν ευχές με τα παιδιά, τραγούδησαν τα κάλαντα και προσέφεραν γλυκίσματα στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό της κλινικής, ως ελάχιστο ευχαριστώ για το έργο τους.



Η δράση διοργανώθηκε από την 7η Υγειονομική Περιφέρεια Κρήτης, σε συνεργασία με την Περιφερειακή Πυροσβεστική Διοίκηση Κρήτης και το Σωματείο Πυροσβεστών Ηρακλείου “Τρεις Παίδες εν Καμίνω”.

Στην εκδήλωση έλαβαν μέρος πυροσβέστες από την 3η Ε.Μ.Α.Κ., η Ομάδα «ΙΚΑΡΟΣ» ( Σ.μη.Ε.Α.) της ΠΕ.ΠΥ.Δ. Κρήτης, Εθελοντές  κ.α.  και την παρακολούθησαν, ο Διοικητής του Πα.Γ.Ν.Η. Χαλκιαδάκης Γιώργος, ο πρόεδρος του Σωματείου Πυροσβεστών Ηρακλείου, Βασίλειος Ανδρεαδάκης, ο Γενικός Γραμματέας Γεώργιος Παπαδομανωλάκης, ο Αναπληρωτής Διοικητής της ΔΙ.Π.Υ.Ν. Ηρακλείου Αντιπύραρχος Γεώργιος Σταυρακάκης, ο Υποδιοικητής της 3ης Ε.Μ.Α.Κ. Επιπυραγός Νικόλαος Παπαλεωνίδας και πλήθος επισκεπτών.

Πηγή: https://www.fireservice.gr

Το κτιριακό συγκρότημα των Κυλινδρόμυλων Α. και Γ. Καστρινάκη Α.Ε.Ε

%CE%91%CE%9B%CE%95%CE%A5%CE%A1%CE%9F%CE%9C%CE%A5%CE%9B%CE%9F%CE%99+%CE%9A%CE%91%CE%A3%CE%A4%CE%A1%CE%99%CE%9D%CE%91%CE%9A%CE%97

Οι πρώτες δεκαετίες του  20ού αιώνα  είναι για την ελληνική οικονομία, περίοδος εκβιομηχάνισης. Η χρήση των μηχανών στο βιοτεχνικό τομέα συστηματοποιείται, οι παλαιές βιομηχανικές μονάδες εκσυγχρονίζονται και δημιουργούνται νέες.
Την εποχή που κτίστηκαν τα βιομηχανικά κτίρια, το παραλιακό μέτωπο του Ηρακλείου αποτελούσε και τη βιομηχανική του περιοχή, που χαρακτηριζόταν από το αντικείμενο της επεξεργασίας των τοπικών προϊόντων και τη σχέση της με το λιμάνι για τη μεταφορά των προϊόντων. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι οι ίδιοι οι βιομήχανοι της εποχής πίεσαν για τον καθορισμό της θέσης της πρώτης βιομηχανικής περιοχής του Ηρακλείου στην περιοχή που, πολύ αργότερα, χαρακτηρίστηκε σαν περιοχή ανάπτυξης του Ανατολικού Πολεοδομικού Κέντρου.
%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(1)

Το κτιριακό συγκρότημα των Κυλινδρόμυλων Α. και Γ. Καστρινάκη Α.Ε.Ε, 
ιδιοκτησίας Κυλινδρόμυλων Α. και Γ. Καστρινάκη Α.Ε.Ε. βρίσκεται ανατολικά της εντός των τειχών πόλης του Ηρακλείου και συγκεκριμένα στο χώρο της τάφρου των ενετικών οχυρώσεων, στο τμήμα μεταξύ των προμαχώνων SABBIONARA και VITTURI. 

%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(2)

Τους παλαιότερους κτιριακούς όγκους αποτελούν το κεραμοσκεπές λιθόκτιστο κτίσμα που οικοδομήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα για να στεγάσει τον ατμοκίνητο αλευρόμυλο (κτίσμα Α) καθώς και το κτίσμα, στα δυτικά του και σε απόσταση από αυτό που στέγαζε γραφείο (κτίσμα Δ). Μεταξύ των ανωτέρω κτισμάτων και σε επαφή με το 1ο επίπεδο του κτίσματος Α υπάρχει ενετική στοά και φρέαρ. Τα κτίσματα Β και Γ προστέθηκαν μεταγενέστερα ,κατά τις διαδοχικές φάσεις ανανέωσης και εκσυχρονισμού της μονάδας με στόχο να συμβάλουν στην καλύτερη λειτουργία των υπαρχουσών εγκαταστάσεων. 
%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(5)

%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(6)

%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(8)
Το κτίσμα Α,των αρχών του αιώνα δημοσιευμένη στο βιβλίο του G.GEROLA : “I MONUMENTI VENETI NELL ISOLADI CRETA” VOL I, PART II είναι ένα τυπικό βιομηχανικό κτήριο των αρχών του 20ου αι. Σε κάτοψη είναι επίμηκες κατά τον άξονα ΒΑ-ΝΔ. Η μορφολογία των όψεων, που είναι διακριτική και καθόλου πομπώδης, χαρακτηρίζεται από απλά υψίκορμα ανοίγματα, γωνίες διαμορφωμένες με καλοδουλεμένα πελέκια και γείσο κάτω από το οποίο αναπτύσσεται οδοντωτή ταινία διαμορφωμένη από πλαγίως τοποθετημένα τούβλα. Το κτίσμα επιβάλλεται στην γύρω περιοχή με την λιτή μορφή του και τον μεγάλο όγκο του. 

%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(7)
%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7

%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(3)

%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(4)

Το κτίσμα Β είναι μεταγενέστερη προσθήκη που χαρακτηρίζεται από νεοκλασικά μορφολογικά στοιχεία στις όψεις και κεραμοσκεπή στέγαση .Χρησιμοποιήθηκε κατά την περίοδο της κατοχής κατά ένα μέρος ως κατοικία των ιδιοκτητών και γραφεία της επιχείρησης ,ενώ η αρχική του χρήση γραφεία. 
 Το κτίσμα Γ ,που στέγασε χώρους αποθηκών, κατασκευάστηκε γύρω στο 1950 είναι λιθόκτιστο και στεγάζεται με οριζόντια πλάκα από οπλισμένο σκυρόδεμα.  Το κτίσμα Δ είναι λιθόκτιστο και καλύπτεται με κεραμοσκεπή στέγη.  Σήμερα χαρακτηριστικό του συγκροτήματος των κυλινδρόμυλων είναι η “άτακτη” 
διάρθρωση των χώρων της μονάδας πράγμα που αποτελεί βασικό στοιχείο των συνεχώς εξελισσόμενων παραγωγικών μονάδων

%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%85%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BA%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%B7+(9)

379949_4227987278169_461477756_n

485457_4227972157791_1864235545_n

Z1

537819_4227995398372_2123485160_n

Z2

1487975424_36a35faaa8_b


%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%BF+%CE%B1%CF%80%CF%8C+DSC08548




ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΝΝΑΡΑΚΗΣ

 

Διασχίζοντας την Κρήτη απο τον βορρά στον Νότο σε 10 λεπτά

1025411_487349224669162_947857305_o
Ο ισθμός της Ιεράπετρας είναι ισθμός της Κρήτης με πλάτος 14 χιλιομέτρων στην περιφερειακή ενότητα Λασιθίου. Είναι το στενότερο τμήμα της Κρήτης και διαχωρίζει το Κρητικό από το Λιβυκό πέλαγος. Στο στενότερο σημείο του ισθμού, βρίσκονται βόρεια ο οικισμός της Παχείας Άμμου στον κόλπο του Μιραμπέλου και νότια η πόλη της Ιεράπετρας στον ομώνυμο όρμο.
0
Το μήκος της Κρήτης είναι 265 χλμ και το πλάτος της είναι 60 χλμ από το ακρωτήριο Σταυρός ή Δίον έως το ακρωτήριο Λίθινο ή Κεφάλι, στην περιφερειακή ενότητα Ηρακλείου.
58

60

Η Κρήτη έχει περίπου 700.000 κατοίκους. Οι 4 επαρχίες της Κρήτης είναι: Τα Χανιά, το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο και το Λασίθι. Το κύριο εισόδημα των κατοίκων προέρχεται από την γεωργία και τον τουρισμό.

61

Το τοπίο του νησιού αποτελείται κυρίως από τα βουνά. Στο δυτικό τμήμα της Κρήτης βρίσκονται τα Λευκά όρη με υψόμετρο 2450 μέτρων. Στο κέντρο της Κρήτης μπορείτε να βρείτε το Όρος Ιδη του Λασιθίου, μια οροσειρά με υψόμετρο 2145 μέτρων, όπου βρίσκεται το οροπέδιο του Λασιθίου. Στην Κρήτη μπορείτε να βρείτε το μακρύτερο φαράγγι της Ευρώπης , το φαράγγι της Σαμαριάς.
Οι ακτές της Κρήτης είναι ένα μίγμα όμορφων παραλιών στο Βορρά και μικρών κόλπων στο Νότο.
Στο νησί της Κρήτης μπορείτε να βρείτε επίσης μερικά από τα διασημότερα αρχαιολογικά μνημεία, όπως το Παλάτι της Κνωσσού με το συναρπαστικό λαβύρινθο


ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΝΝΑΡΑΚΗΣ

 

Ο Αργαλείος στα παλιά κρητικά σπίτια

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%25289%2529

Ο αργαλειός είναι μηχανή που χρησιμοποιούνταν για την ύφανση. Χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα κατά την προβιομηχανική εποχή και αργότερα κυρίως στις αγροτικές περιοχές, στην οικιακή οικονομία των οποίων διαδραμάτισε βασικό ρόλο, καθώς αποτελούσε το κύριο μέσο ύφανσης καικλωστοϋφαντουργίας. Μετά τη βιομηχανική επανάσταση ο κλασικός, ξύλινος, κινούμενος με μυϊκή ενέργεια αργαλειός αντικαταστάθηκε από το μηχανικό αργαλειό. Σήμερα έχει σχεδόν καταργηθεί, καθώς η διαδικασία της ύφανσης έχει μηχανοποιηθεί και στη θέση του αργαλειού χρησιμοποιείται η υφαντική μηχανή. Ο ξύλινος αργαλειός απαντάται μόνο σε ελάχιστα σπίτια απομακρυσμένων περιοχών και σε μουσεία λαϊκής τέχνης.

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%25287%2529

Ήταν μια απλή κατασκευή από ξύλο με τη μορφή χονδρών σανίδων ή ορθογώνιας διατομής μακρόστενων καδρονιών. Πάνω σε ένα κυλινδρικό εξάρτημά του τύλιγαν την κόκκινη κλωστή που χρησιμοποιούσαν ως βάση για την ύφανση και την ονόμαζαν στημόνι. Όλες αυτές οι κλωστές απλώνονταν από τον κύλινδρο σε δεκάδες παράλληλα ζεύγη προς έναν άλλο κύλινδρο, ίδιο με τον προηγούμενο, που βρισκόταν στο αντίθετο μέρος του αργαλειού, εμπρός από τη θέση του ατόμου που τον χειριζόταν. Όλα τα παράλληλα ζεύγη του στημονιού περνούσαν μέσα από δύο χτένια που βρίσκονταν το ένα εμπρός από το άλλο και πιο συγκεκριμένα, οι μισές περνούσαν μέσα από το ένα και οι άλλες μισές μέσα από το άλλο. Έτσι πατώντας ένα μοχλό, τα χτένια μετακινούνταν το ένα προς τα πάνω και το άλλο προς τα κάτω δίνοντας τη δυνατότητα ανάμεσα από τις κλωστές (στημόνι) να περάσουν τις μάλλινες χοντρές, κλωστές που θα γίνονταν κουβέρτες ή στρωσίδια.
%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%252810%2529

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%252812%2529

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3

Μετά από τα δύο αυτά χτένια, το στημόνι περνούσε μάσα από ένα άλλο σκληρό και δυνατό χτένι που οι άκρες του κρέμονταν με δύο λεπτές σανίδες από το πάνω μέρος της κατασκευής, παρέχοντάς του τη δυνατότητα να μπορεί να κινείται όλο το χτένι παράλληλα με τις κλωστές του στημονιού ακολουθώντας τη φορά του. Κάθε φορά που περνούσαν τη μάλλινη κλωστή, με αυτό το σκληρό χτένι χτυπούσαν, κινώντας το μπρος-πίσω με δύναμη, τη μάλλινη κλωστή να πάει πολύ κοντά στην προηγούμενη που είχαν περάσει. Αυτό το χτύπημα ήταν το χαρακτηριστικό χτύπημα του αργαλειού που έχει εμπνεύσει και λαϊκούς ή δημοτικούς δημιουργούς. Για να γίνει μια κουβέρτα ή ένα όποιο αποτέλεσμα χρειαζόταν πολλές ώρες δουλειάς
%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%25281%2529

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%25285%2529

ΤΑ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΓΑΛΕΙΟΥ

  • Αντιά: δύο στρογγυλά ξύλα με διάμετρο 10-15 εκατοστών που στο ένα άκρο έχουν τετράγωνη κατάληξη με τέσσερις τρύπες. Στο μπροστινό (προστάντι), που το συγκρατεί η κουρούνα, τυλίγεται το υφαντό καθώς φτιάχνεται, ενώ το άλλο στο πίσω μέρος (πισάντι), πάνω στο οποίο τυλίγεται το στημόνι, το συγκρατεί η ποταμίστρα.
  • Κουρούνα: κοντόχοντρο κυλινδρικό ξύλο που στηρίζει το «προστάντι» και το συγκρατεί.
  • Ποταμίστρα: μακρύ κυλινδρικό ξύλο που στηρίζει και συγκρατεί το «πισάντι».
  • Χτένι: παραλληλόγραμμο με ύψος 10-12 εκατοστά περίπου, με πλήθος από λεπτά δόντια από καλάμι που προσαρμόζονται σε δύο στενά παράλληλα καλάμια ή ξύλα.
  • Μιτάρια: κυλινδρικά ξύλα παράλληλα μεταξύ τους που πάνω τους είναι δεμένοι πολλοί λεπτοί σπάγκοι. Ανάλογα με το υφαντό άλλοτε χρησιμοποιούσαν δύο και άλλοτε τέσσερα.
  • Ξυλόχτενο: δύο οριζόντια ξύλα με αυλακιές. Αυτά δένονταν με δύο μικρότερα ξύλα κάθετα. Μέσα τους προσαρμόζεται και κλειδώνει το χτένι με το οποίο χτυπιέται το υφάδι.
  • Σαΐτα: ξύλο ελλειψοειδές που ήταν σκαμμένο εσωτερικά και κατά μήκος συγκρατούσε μια βέργα. Στη βέργα τύλιγαν το βαμβακερό νήμα που με το πέταγμα περνούσε μέσα στο στημόνι.
  • Μασούρι: ξύλο λεπτό, μήκους 40-50 εκατοστών που τύλιγαν πάνω του το μάλλινο νήμα που με το πέταγμα περνούσε μέσα στο στημόνι.
  • Ποδαρικά: δύο μικρά ξύλα συνδεδεμένα με τα μυτάρια που τα πατούσαν διαδοχικά. Έτσι άνοιγε το στημόνι (το στόμα) για να περνάει η σαΐτα

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%25282%2529


Το πιο απαραίτητο και το πιο πολύτιμο εργαλείο για την κάθε νοικοκυρά ήτανε ο αργαλειός. Έχοντας αργαλειό στο σπίτι της, στο πιο ευάερο και πιο ευήλιο δωμάτιο, κάθε αγροτική οικογένεια, ήταν σαν να είχε στη δούλεψή της ένα ατομικό υφαντουργικό εργαστήρι, που κάλυπτε όλες τις ανάγκες σε είδη ρουχισμού και κλινοστρωμνής.
Το στήσιμο του 
αργαλειού δεν ήταν και τόσο εύκολη υπόθεση. Ήθελε σταθερότητα και ζύγισμα, για να μη μετατοπίζεται με τα τραντάγματα από τις κινήσεις που έκανε η νοικοκυρά. Στα περισσότερα σπίτια του χωριού o αργαλειός ήταν μόνιμα στημένος, κάτω από χαγιάτια (μπαλκόνια), στο κατώι δίπλα πάντα από παράθυρο και προσωρινά πολλές φορές στην άκρη του δωματίου στο σπίτι
Ο 
αργαλειός φτιαχνόταν από τέσσερα ισομεγέθη γερά και βαριά όρθια ξύλα δέντρου, που συνδέονταν και με άλλα ξύλα, με ειδικούς αρμούς και είχε τα έξης εξαρτήματα:
Ας ξεκινήσουμε από το βασικό αντί, που είχε το νήμα. Αυτό τοποθετείται απέναντι από την υφάντρα. Το νήμα αυτό χωρισμένο από τον γκάρδιο (σιδερένια βέργα), σχηματίζει 2 επιφάνειες, οι οποίες πέρναγαν μέσα από τα
μιτάρια και τα χτένια και κατέληγαν στο αντί, που ήταν μπροστά στην υφάντρα και λεγόταν σχιστάνι. Τούτο το έλεγαν έτσι, γιατί φέρει σχίσιμο στη μέση ώστε να περνάει το ύφασμα.
Τα μιτάρια ήταν δικτυωτά πλέγματα νημάτων, σε σχήμα 8. Ήταν στερεωμένα τα νήματα σε δυο λεπτές σανίδες, που είχαν σταθερή θέση. Λέγονται μιτάρια, γιατί το νήμα λέγεται και μίτος (βλ. Μίτος της Αριάδνης, Θησέας, Λαβύρινθος – από τη μυθολογία).

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%25283%2529
ΑΡΓΑΛΕΙΟΣ ΣΤΟΝ ΑΡΟΛΙΘΟ

Από εκεί οι κλωστές πήγαιναν στα καρούλια ή καρέλια, στην οροφή του αργαλειού. Αυτά κρέμονταν κι είχαν την ικανότητα με τις πατήθρες ή ποδαρίτσες, που κρέμονται απ’ αυτά, να μετακινούνται οι κύκλοι του 8, πότε πάνω και πότε κάτω. Οι πατήθρες πατιόνται όταν ήθελε η υφάντρα να μετακινήσει τις δυο επιφάνειες των νημάτων. Στη συνέχεια οι κλωστές περνάνε μάσα από τα χτένια. Και αυτά ήταν φτιαγμένα από μικρά τεμάχια καλαμιού ή σύρματος, που ήταν στερεωμένα σε 2 παράλληλα τεμάχια σανιδιών. Το άνοιγμα που αφήνουν τα καλαμάκια χαρακτήριζε τα χτένια σε: 1) Δασόχτενα (δασιά υφάσματα – πουκάμισα και σκουτιά), 2) Ρασόχτενα (για τα ράσα των παπάδων) και 3) Πανόχτενα (για λιόπανα, αντρομίδες, βελέντζες, κιλίμια, κάπες, σαγίσματα) και λοιπά. Το χτένι μπαίνει σε μια θήκη, που το στερέωνε κι έτσι η υφάντρα το κτύπαγε με όση δύναμη χρειαζόταν για να σφίξει το νήμα. Η θήκη αυτή κρέμεται από την οροφή του αργαλειού.
Ανάμεσα λοιπόν στις 2 επιφάνειες των τεντωμένων νημάτων, που ανεβοκατεβαίνουν, χορεύει η σαΐτα, που είναι μακρόστενο ρομβοειδές εργαλείο, με κοιλιά στη μέση, για να μπαίνουν τα μασούρια και τα κουλούκια. Τα μασούρια και τα κουλούκια ήταν μικρά σωληνάκια, που πάνω τους τυλιγόταν το υφάδι.
Φτάσαμε έτσι κοντά στα χέρια της υφάντρας. Μπροστά της έχει στερεωμένο το σχιστάνι. Με σφήνες το περιστρέφει κάθε τόσο και λιγάκι, για να χοντρύνει το βιλάρι.
Στην Ελλάδα χρησιμοποιούνταν 3 είδη αργαλειού: ο πλαγιαστός, ο όρθιος και του λάκκου. Ο πλαγιαστός ήταν ο πιο συνηθισμένος. Φτιαγμένος από 4 ξύλα που συνδέονταν χαμηλά με 4 χοντρά σανίδια και με άλλα 4 στην κορυφή τους.
Οι γυναίκες έφτιαχναν μ’ αυτόν φουστάνια, μεσοφόρια, ποδιές, φανέλες, γιορντάνια και μπούστα, για τον εαυτό τους. Για τους άνδρες έφτιαχναν παντελόνια, πουκάμισα, βράκες, φανέλες, κάπες και καπότες με τις κουκούλες.

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%25284%2529

Ο άλλος, εξίσου σημαντικός, τομέας προσφοράς του αργαλειού ήταν τα κλινοσκεπάσματα της οικογένειας. Πολύχρωμες μπατανίες, χράμια, βελέντζες, σαλίσματα, κιλίμια, κουρελούδες, και τσαντίλες. Απ’ αυτά τα είδη, οι βελέντζες και τα σαλίσματα είχανε και μια επιπρόσθετη επεξεργασία. Τα πηγαίνανε υποχρεωτικά στηνεροτριβή (σ’ αυτή έστριβε το νερό ο μυλωνάς, όταν δεν είχε άλεσμα). Τα βάζανε σε μια μεγάλη φυσική (συνήθως) γούρνα κι έπεφτε από ψηλά τρεχούμενο νερό. Αυτό συνεχιζότανε για μια βδομάδα περίπου. Είχε σαν αποτέλεσμα, με το συνεχές κτύπημα του νερού, να φουσκώνουν, να βγάζουν χνούδι κι έτσι γίνονταν πιο απαλά στη χρήση τους.
Κύριες πρώτες ύλες το μαλλί, το βαμβάκι, το λινάρι και το μετάξι. Προϊόντα που τα έβρισκαν σχετικά εύκολα, κι αυτό βέβαια γιατί ήταν κτηνοτρόφοι και γεωργοί.
Για να φτάσουν αυτά τα υλικά στον αργαλειό, έπρεπε να προηγηθεί μια μακριά διαδικασία.
ΤΟ ΜΑΛΛΙ: Ήταν και είναι η σπουδαιότερη πρώτη ύλη. Μ’ αυτό ύφαιναν σε όλη την Ελλάδα κιλίμια για το πάτωμα, μπατανίες, χράμια, τορβάδες-σάκους δηλ. για τη μεταφορά τροφίμων ή εργαλείων-κάπες και σκουτιά (μάλλινα κατώτερης ποιότητας). Τα πρόβατα κουρεύονται την άνοιξη. Το μαλλί ζεματίζεται, μετά πλένεται στη βρύση ή στον ποταμό, το στέγνωναν και το λανάριζαν (= έξαιναν).
Ύστερα γινόταν η διαλογή. Το πιο καλό βγαίνει από τη ράχη του ζώου. (Οι 
Σαρακατσαναίοι μπορούσαν να ξεχωρίσουν μέχρι και σαράντα λογιών μαλλί). Το μακρύ το έγνεθαν στη ρόκα, το κοντό στην τσικρίκα (είδος διπλής ρόκας). Ορισμένα είδη (ταγάρια, σακιά ελαιοτριβείου, διάδρομοι) γίνονται από τραγόμαλλο κι έχουν πιο τραχιά υφή. Το γνέμα τυλιγόταν στο αδράχτι, για να καταλήξει τελικά στα σαΐτα του αργαλειού. Ήταν το υφάδι, ενώ το στημόνι (=πολύ γερή κλωστή, που δεν κοβόταν κατά την ύφανση) ήταν το μοναδικό είδος που χρειαζόταν να αγοράσουν οι νοικοκυρές για να υφάνουν.

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%2593%25CE%2591%25CE%259B%25CE%2595%25CE%2599%25CE%259F%25CE%25A3+%25286%2529


ΤΟ ΒΑΜΒΑΚΙ: Εμφανίζεται στην Ελλάδα τον 2ο αι. Τα 18ο αι. αποτελεί, με τη μορφή νήματος, σπουδαίο εξαγωγικό προϊόν. Τα Αμπελάκια, η Τσαρίτσανη, ο Τίρναβος, οι Σέρρες και η Αγιά ευημερούσαν χάρη σ’ αυτό. Αφού το ξεκουκίσουν, το κόβουν με το δοξάρι (=εργαλείο σε σχήμα τόξου, με το οποίο ξαίνουν το βαμβάκι και το μαλλί) κι ύστερα το κλώθουν με τη ρόκα και το αδράχτι.
ΤΟ ΛΙΝΑΡΙ: Η συγκομιδή του γινόταν από γυναίκες, με επικεφαλής τη δραγομάνα. Το θέριζαν, όπως το σιτάρι, το έκαναν δεμάτια κι άφηναν το κάθε δεμάτι μέρες μέσα στο νερό για να μαλακώσει πολύ και μετά το πέρναγαν από το μαγκάνι, για να φύγει η εξωτερική φλούδα, να γίνει δηλαδή τέλεια αποφλοίωση. Θέλει υπομονετικό κοπάνισμα, βρόχιασμα (=να φύγουν οι κόμποι), βούρτσισμα, ώσπου να μείνει το καθαρό λινάρι, το σκουλί, που το γνέθουν για να φτιάξουν το ράμμα, δηλ. το λεπτότατο νήμα που περνά από το βελόνι. Η επεξεργασία του είναι πολύπλοκη.
Από το χοντρό λινάρι φτιάχνουν σακιά, ντορβάδες, τσαντίλες και καραβόπανα. Από το λεπτό, εσώρουχα και πουκάμισα.

15056-EMPORIO-KATASTIMATA-%25E2%2580%2593-PRATIRIA-PAPADOPOYLOY-AIKATERINI-15056_%25CE%2591%25CF%2581%25CE%25B3%25CE%25B1%25CE%25BB%25CE%25B5%25CE%25B9%25CF%258C%25CF%2582

ΤΟ ΜΕΤΑΞΙ: Έρχεται στην Ελλάδα την εποχή του Ιουστινιανού. Ήταν το σπουδαιότερο προϊόν της περιοχής του Αξιού, της Χαλκιδικής, του Πηλίου του θεσσαλικού κάμπου και της Πελοποννήσου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Τα μετάξι είναι «ωμό», δηλ. δε χρειάζεται γνέσιμο.
Χρειάζονταν όμως και βαφικές ύλες για να δώσουν χρώμα στις πρώτες ύλες. Ως τα τέλη του 19ου αι., μοναδική ύλη βαφής ήταν τα φυτικά χρώματα, που έμεναν αναλλοίωτα στο ηλιακό φως και στο πλύσιμο και έδιναν λαμπερούς χρωματισμούς. Από το ριζάρι (=φυτό) έβγαζαν οι Αμπελακιώτες το ονομαστό κόκκινο χρώμα. Οι φλούδες των φρέσκων καρυδιών δίνουν το μαύρο, το λουλάκι το γαλάζιο και τα φύλλα της άσπρης μουριάς, σε συνδυασμό με λίγα φύλλα μηλιάς, το κίτρινο καναρινί.
Το νήμα πλέον είναι έτοιμο να μπει στον αργαλειό να αρχίσει η ύφανση. Ο  αργαλειός κυριάρχησε στο ελληνικό νοικοκυριό πάνω από 3 χιλιετίες.


argalios1




ΠΗΓΗ - ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ