Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2025

Ο Μυλοπόταμος της τέχνης με Ανθρώπους που άντλησαν απο την φύση

 Από το Μεσαίωνα μέχρι την Αναγέννηση κι από τα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς μέχρι τις μέρες μας, είναι γνωστό πως στο Μυλοπόταμο άνθισε σε πολλές μορφές η λαϊκή τέχνη και έδωσε έργα ασύγκριτα.

keramiki2

Στην επαρχία μας έζησαν άνθρωποι με πλούσια καλλιτεχνικά χαρίσματα, που τους έδιδαν την ικανότητα να παίρνουν από τη φύση την ακατέργαστη ύλη και να τη μεταβάλλουν σε πολύτιμα έργα τέχνης.
Στην Αλφά και γύρω από την Αλφά, έζησαν τεχνίτες άξιοι που καλλιέργησαν την πολύτιμη τέχνη, να βγάζουν από το Αλφιανό νταμάρι την πέτρα και να τη μετατρέπουν σε καλλιτεχνικά αγκωνάρια με σκαλιστές παραστάσεις και χωρίς, κι ακόμα σε πελέκια τετραγωνισμένα, πολύτιμα υλικά την εποχή εκείνη για τις οικοδομές όλες.
Στις Μαργαρίτες άνθισε και υπάρχει μέχρι και τις μέρες μας η πηλοπλαστική, η λεπτή εκείνη τέχνη που ανακατεύει το χώμα και το νερό και δίδει πολύτιμα αντικείμενα, σκεύη χρήσιμα στην καθημερινή ζωή και ακόμα είδη διακοσμητικά για το εσωτερικό του σπιτιού και τις αυλές.
Είναι γνωστό πως τα κεραμικά σκεύη που κατασκευαζόντουσαν από τα πανάρχαια χρόνια στις Μαργαρίτες, αποτελούσαν είδη απαραίτητα στο κάθε σπίτι και μέχρι και τις μέρες μας καμιά οικογένεια δεν τα αγνοούσε γιατί τα είχε και τα χρησιμοποιούσε καθημερινά στις πιο βασικές της ανάγκες (τσικάλια πήλινα για το μαγείρεμα, σταμνιά για τη μεταφορά του νερού, πιθάρια για την αποθήκευση του λαδιού κ.λ.π.).
keramiki3
Στο Μυλοπόταμο όμως και κύρια στις Μαργαρίτες και τα γύρω χωριά αναπτύχθηκε και κάποια άλλη τέχνη που κοντά στην υφαντική, «έζησε» σχεδόν απαρατήρητη και πρόσφερε τις υπηρεσίες της σεμνά και καρτερικά, χωρίς αλήθεια να απαιτεί ξεχωριστή μεταχείριση, ούτε ιδιαίτερες προβολές. Πρόκειται για την τέχνη εκείνη που σοφίστηκε και κατασκεύασε και στόλισε τον αργαλειό (το τελάρο) της ανυφάντρας.
Ίσως η πληθούρα των κυπαρισσιών που υπάρχει σ' αυτά τα μέρη, να ήτανε μια πρώτη αιτία για να γίνει ο Μυλοποταμίτης και ένας άριστος τεχνίτης στην κατασκευή του αργαλειού. Και ο κάθε νοικοκύρης όταν αγόραζε ένα τέτοιο αργαλειό, έβαζε την ίδια ώρα στο σπίτι του και ένα θαυμάσιο έργο λαϊκής τέχνης, ένα αληθινό στολίδι.

 
Ακόμα - κι αυτό νομίζω δεν το αγνοεί κανείς - στην Επαρχία μας άνθισε κάποτε και έφθασε στα ύψη του τέλειου και η υφαντική.
Χρόνια παλαιότερα η κάθε κοπέλα, κοντά στ' άλλα νοικοκυράτα του σπιτιού, έπρεπε να μάθει και την υφαντική τέχνη. Ήτανε ανάγκη να μάθει να υφαίνει στον αργαλειό της είδη πρώτη ανάγκης για το σπιτικό της και έφθασε έτσι στο σημείο να δημιουργεί έργα τέχνης τόσο λεπτά τόσο τέλεια, που καμιά βιομηχανία ή βιοτεχνία δε μπορούσε να της προσφέρει.
Και η υφαντική έζησε, προόδεψε και σήμερα ακόμα που τα πάντα έχουν υποταχθεί στη δύναμη της βιομηχανοποίησης, στην Επαρχία μας δεν έχει σβήσει ακόμα η ωραία αυτή λαϊκή τέχνη.
keramiki4
Κοντά όμως στις περιπτώσεις που ανέφερα παραπάνω, στο Μυλοπόταμο καλλιεργήθηκε τις διάφορες εποχές, σε ευρύτατη κλίμακα και η τέχνη της ζωγραφικής και ιδιαίτερα η αγιογραφία. Από τα χρόνια του Μεσαίωνα μέχρι τις μέρες μας στα διάφορα χωριά μας μα κύρια στα μοναστήρια της Επαρχίας μας, καλλιεργήθηκε και άνθισε μια τέχνη, που δεν πέρασε, γιατί δεν ήτανε δυνατό να περάσει, απαρατήρητη.
Ήτανε μια βυζαντινή ζωγραφική που όμως τη συνόδευε παράλληλα εκείνη η Κρητική τεχνοτροπία που κοσμούσε τη σκληρότητα της βυζαντινής εικόνας με όλες εκείνες τις ομορφιές που ο Δημιουργός είχε βάλει πλήθος στη γη της Κρήτης και ο Κρητικός ζωγράφος είχε καθημερινά μπροστά του.
Τοιχογραφίες και εικόνες ζωγραφισμένες πάνω στο ξύλο, κοσμούνε μέχρι και σήμερα τα μοναστήρια και τις εκκλησίες της Επαρχίας μας, έργα θαυμάσια κάποιων εποχών, άξια να συγκριθούνε με έργα των πιο καταξιωμένων ζωγράφων.
Και η τέχνη της ζωγραφικής στην Επαρχία μας μπορεί να πέρασε δυσκολίες και δοκιμασίες όμως δεν έσβησε, έζησε και ζει μέχρι και σήμερα και δίδει το παρών της την κάθε στιγμή και αντιγράφει τον ωραίο κόσμο του Μυλοποταμίτη πάνω σε τοίχους ψυχρούς και ξύλα άψυχα.
Και εδώ ομολογώ με όλη την ειλικρίνεια μου, πως συγκινήθηκα αληθινά προχθές που πληροφορήθηκα, πως ένας νεαρός διάκος συνεπαρχιώτης μας ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΡΟΥΣΑΚΗΣ από τον Άγιο Μαμά, έχει γίνει σήμερα ένας τέλειος αγιογράφος.
keramiki5
Τα πρώτα νάματα πήρε, λέει, από τον ακουσμένο ζωγράφο και θείο του ΜΥΡΩΝΑ ΓΎΓΟΥΡΤΑΚΗ, στη συνέχεια τελειοποίησε την τέχνη του σε ειδική σχολή και σήμερα είναι ένας χαρισματικός ζωγράφος που με την ψυχή του πλημμυρισμένη από τα χρώματα που στολίζουν τον κρητικό κόσμο, έχει δημιουργήσει όλες τις προϋποθέσεις για να διαπρέψει στην ωραία τέχνη και να φτάσει όπου άλλοι δεν κατάφεραν να φτάσουν.
Η εφημερίδα μας, και ο υπογράφων ιδιαίτερα, του εύχονται ολόψυχα να βρει το δρόμο και να φτάσει μέχρι την κορυφή της τελειότητας. Να γίνει, με άλλα λόγια, μοναδικός στην ωραία τέχνη που αγάπησε.
Όσο για τη λαϊκή τέχνη, ευχόμαστε να βρει σε όλες τις μορφές της, όλες τις προϋποθέσεις εκείνες που της είναι απαραίτητες για να επιζήσει και να διαπρέψει στην Επαρχία μας.
Μια μεγάλη πείρα έχει αποδείξει πως όπου και να φτάσει ο άνθρωπος, όπου και να βρεθεί, έχει ανάγκη των πολιτιστικών θησαυρών της ιδιαίτερης πατρίδας του και πολύ συχνά κάποιες ομορφιές, κάποιοι ήχοι ασυνήθιστοι ξυπνούνε στον εσωτερικό κόσμο και δυναμώνουνε την επιθυμία και τη λαχτάρα να ζήσει και να ξαναδεί τα χρώματα του κόσμου εκείνου που τον εγέννησε και να ξαναπατήσει στα χώματα αυτά που έκανε τα πρώτα δειλά βήματα της ζωής του.
keramiki6
Κώστας Γ. Κατσιράκης


ΠΗΓΗ: http://milopotamos.com/

Γιατί ποτέ δεν θα μάθουμε να συνυπάρχουμε σ`αυτή τη ζωή.

 

Ένα πολύ διδακτικό κείμενο από την πρεσβυτέρα RoxanneLouh για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που υπάρχουν στην ζωή μας.

Γράφει λοιπόν η πρεσβυτέρα, η οποία, αξίζει να σημειωθεί, είναι και κλινική ψυχολόγος: «Όταν ακούω ανθρώπους να μοιράζονται κάτι που δεν πάει καλά στη ζωή τους, παρατηρώ ότι στην αρχή εστιάζουν βαθιά μέσα τους για να περιγράψουν το πρόβλημα. Ωστόσο, στη συνέχεια και πολύ γρήγορα μετατοπίζουν τις αιτίες και τις ευθύνες σε κάποιον ή κάτι άλλο. Πιστεύουν ότι ο άλλος πρέπει να ενεργήσει διαφορετικά, να αλλάξει συμπεριφορά, να αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά, ώστε να αισθανθούν οι ίδιοι καλύτερα. Ψάξαμε, όμως, μέσα μας πού είναι το λάθος στη στάση μας αυτή; Καταφέραμε να βρούμε πώς μπορεί να διορθωθεί;
%25CE%25B1%25CF%2585%25CF%2584%25CE%25BF%25CE%25B3%25CE%25BD%25CF%2589%25CF%2583%25CE%25B9%25CE%25B1_%25CE%25B5%25CE%25B9%25CE%25BA%25CE%25BF%25CE%25BD%25CE%25B1

Τι είναι αυτό που κάνει τόσο μάταιες τις προσπάθειες για την αλλαγή και την ευτυχία που χρειάζεται τόσο συχνά για να έρθει από μέσα μας; Απλά δεν μπορούμε να αλλάξουμε τους άλλους – δεν έχει σημασία πόσο σκληρά προσπαθούμε. Αναζητώντας όμως πρωταρχικά τη δική μας ευτυχία, αυτό οδηγεί συχνά σε καλύτερες σχέσεις.
Τις προάλλες μου είπε κάποια κυρία: «Χρειάζομαι τον χώρο μου. Ο σύζυγος μού προκαλεί ασφυξία. Θα πρέπει να κάνει αυτό και εκείνο και το άλλο και να σταματήσει να κάνει αυτά και εκείνα». Ήταν μάλιστα τόσο πεπεισμένη πως, αν ο σύζυγός της μπορούσε να δράσει αλλιώς σε όλα αυτά, η ζωή της θα άρχιζε να βελτιώνεται.


Δεν υπάρχει τίποτα στην στάση της αυτή που θα τη βοηθούσε να αισθανθεί καλύτερα∙ καμιά αναφορά στο να μάθουμε να συνυπάρχουμε σωστά με τους άλλους ή να εξασκηθεί στα πράγματα που ξέρει ότι είναι καλά γι’ αυτή και θα την κάνουν ευτυχισμένη. Δεν συνειδητοποιεί τι βήματα θα μπορούσε να κάνει για να φέρει την ειρήνη, την ολοκλήρωση και τη χαρά ή να τη φέρουν πιο κοντά στο να επιτύχει. Η λύση βρισκόταν εντελώς έξω από τον εαυτό της!
Πόσες φορές όλοι μας έχουμε την αίσθηση ότι αν ο/η σύζυγος θα μπορούσε απλά να ενεργήσει διαφορετικά, τότε θα μπορούσαμε επιτέλους να είμαστε ευτυχισμένοι. Σ’ ένα κόσμο όπου θα είχαμε τα τηλεχειριστήρια για τις ζωές των άλλων ανθρώπων, όλα θα ήταν καλά! Αλλά σε τι βαρετό κόσμο θα ζούσαμε…
Τείνω να πιστέψω ότι πολλά που μας χρειάζονται για να είμαστε ευτυχισμένοι βρίσκονται μέσα μας. Η διαδικασία να αισθανόμαστε καλύτερα πρέπει να ξεκινήσει. Αν αρχίσουμε να πιστεύουμε ότι αυτό που μπορούμε να κάνουμε βρίσκεται μέσα μας, λίγες φορές θα χρειαστεί να ζητήσουμε από τον/τη σύζυγο κάποια αλλαγή. Η μεταξύ μας σχέση δεν είναι μια λίστα από αιτήματα να είναι διαφορετικός/ή ή να είναι όπως εσείς! Αν ο  ήθελε οι δυο σας να είστε όπως εσύ, πιθανό να έπλαθε δύο πανομοιότυπα δίδυμα.
Την επόμενη φορά που θα εστιάσεις μέσα σου, κάνε ένα βήμα παραπέρα και αναρωτήσου: «Με ποιον θέλω σήμερα να μοιάσω;», «Πώς μπορώ να προσεγγίσω τον εαυτό μου και να τον βοηθήσω;», «Πώς μπορώ να βρω την ευτυχία με τη συνύπαρξη αυτού του προσώπου;», «Υπάρχει κάτι που χρειάζεται να κάνω για τον εαυτό μου που δεν το έκανα μέχρι τώρα;», « Συχνά εστιάζω έξω από μένα για να τακτοποιήσω τα συναισθήματα μέσα μου;», «Φταίει κάποιος άλλος που νιώθω έτσι;» Η αλήθεια είναι ότι όλοι μας θέλουμε την ευτυχία αλλά οι περισσότεροι προσπαθούμε να αλλάξουμε τους άλλους ή τις περιστάσεις στις οποίες εμπλεκόμαστε. Θέλω να πιστεύω ότι η ευτυχία είναι κάτι που μπορεί να βρεθεί.
«Ζητείτε πρώτον την βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεταιυμίν» (Μτθ.6,33)».



Υπάρχει ένα μέρος κρυφό στην καρδιά μου
που μπαίνω όταν λείπει το χρώμα απ`τη μέρα.
Αυτό σε φοβίζει να έρθεις κοντά μου, 
η ακλόνητη δύναμη μίας άγνωστης σφαίρας.

Πες μου, πες μου, γιατί όλοι αγαπούν
κι όλοι έπειτα ξεχνούν, 
πώς είναι να πονάς και να αναζητάς
να μάθεις το γιατί αφού έφταιξες κι εσύ.

Πες μου γιατί.
Γιατί ποτέ δε θα μάθουμε
να συνυπάρχουμε σ`αυτή τη ζωή.
πες μου γιατί αφού με αγάπησες κι εσύ.

Ποτέ δε θ`αφήσω ετούτη τη θλίψη
να γίνει ο τοίχος σε μια προσδοκία.
Τα ανείπωτα λόγια που μου έχουν λείψει
στο βάθος γνωρίζω δεν έχουν αξία.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΔΕΛΤΑ - ΣΤΙΧΟΙ ΜΟΥΣΙΚΗ
ΤΑΝΙΑ ΤΣΑΝΑΚΛΙΔΟΥ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Γιάννης Κουνάλης Πρώτο λουλούδι του χωριού

 hqdefault


Μαντολίνο τραγούδι: Κουνάλης Γιάννης
Μουσική Γιώργης Σκουλάς
Κιθαρα -μπετιρ :μαρκακης Κώστας
Λαούτο: Σκουλας Γιωργης
Θιαμπολι: σαλουστρος Γιωργης
Κρουστό: σαββακης μιχαλης
Στούντιο ηχογραφηση αστρα μαρκακης κωστας
Στίχοι: Σπαντιδακη δεσποινα

Κρητικά γλέντια απο τα καφενεία στα υπαίθρια νυχτερινά κέντρα

 16b


Δεκαετία του 80 λοιπόν βρίσκει το νησί σε διαφορετική μορφή απ αυτή που το άφησε ένας μετανάστης πριν από 40 χρόνια. Η πολιτική κατάσταση αλλά και τα τσάρτερς που καταφθάνουν κάθε καλοκαίρι δίνουν την δυνατότητα στους Κρήτες να εμφανίζουν ένα απ τα πιο υψηλά κατά κεφαλήν εισοδήματα στην Ελλάδα και ταυτόχρονα, ικανοποιώντας τις μιμητικές τους τάσεις, να νιώθουν οτι η απόσταση απ τους ευκατάστατους Αθηναίους έχει μικρύνει. Όμως το τίμημα περιμένει να πληρωθεί και η πληρωμή του και γίνεται ακόμα και σήμερα αργά αλλά σταθερά. Το χρήμα για να δώσει πρεστίζ και οικονομική ευμάρεια στους νεοκρητικούς ζητά σαν αντάλλαγμα κάτι που δεν καταναλώνεται ούτε έχει εμφανή οικονομική αξία. Zητά να διαβρώσει θεσμούς και αξίες που οδηγούσαν τους Κρήτες σ όλες τις προηγούμενες δύσκολες αλλά αυθεντικές δεκαετίες. 


Έτσι ο ισχυρός Κρητικός χαρακτήρας και μαζί του οι ντόπιες μουσικές παραδόσεις χάνουν την αγνότητά τους σαν. Απ τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 80 και μέχρι τις ημέρες μας η Κρητική μουσική παράδοση θα περάσει μια απρόβλεπτη αλλά σημαδιακή κρίση.
17b

Το υψηλό βιοτικό επίπεδο του νησιού, απόρροια του γρήγορου πλουτισμού, απαιτεί εκσυγχρονισμό της περιοχής με τα ξενόφερτα αστικού τύπου δεδομένα. Επιδεικτική κατανάλωση υλικών αγαθών, ατομισμό, εμπορευματοποίηση των παραδόσεων. Το πολιτισμικό σοκ στο οποίο υποβάλλεται, ακόμα και σήμερα, ο Κρητικός λαός είναι τεράστιο . Σοκ που είναι εμφανές σε κάθε κοινωνική δραστηριότητα και συμπεριφορά. 

Hraklioths_violatoras





Το γυαλί της τηλεόρασης είναι ήδη σε κάθε σπίτι, αστικό ή αγροτικό, και όπως ξέρουμε το γυαλί επιβάλλει. Μέσα απ αυτό περνάει ένα πρότυπο ζωής ομοιόμορφο για όλους. Αυτό είναι όμορφο, αυτό είναι καλό, αυτό είναι μοντέρνο! Τα κοινά δεδομένα ισχύουν για όλους ανεξαιρέτως Μακεδόνες, Θεσσαλούς, Κρητικούς και οφείλουν να τα ακολουθήσουν. Η παραδοσιακή μουσική εμφανίζεται σε ελάχιστα κάθε εβδομάδα προγράμματα των κρατικών καναλιών ενώ στα ιδιωτικά αργότερα δεν πουλάει οπότε βγαίνει εκτός. Τα δε τοπικά κρητικά κανάλια πρέπει να εισέλθει η δεκαετία του 90 για να εμφανισθούν και να προβάλλουν την τοπική τους μουσική. Παράλληλα μέσα απ τις τηλεοπτικές συχνότητες αρχίζει να προβάλλεται σαν μοντέλο διασκέδασης το club με ξένη μουσική για τους νέους και για τους μεγαλύτερους, που τους πέφτει λίγο δυσνόητο το ξένο προϊoν, υπάρχει έτοιμη η εναλλακτική λύση του λαϊκού, αλλά ποιου λαϊκού; 


Τα προβλήματα αυτής της μορφής δεν είναι μόνο για την Κρήτη αλλά και για την κατευθυντήρια δύναμη απ όπου πηγάζουν όλα, την πρωτεύουσα. Εκεί λοιπόν το γνήσιο ελληνικό λαϊκό τραγούδι εκτοπίζεται και αρχίζει να πρωταγωνιστεί το φθηνό ευκολοχώνευτο λαϊκό των σουξέ και των πολυπλατινένιων δίσκων. Ομορφόπαιδα και σταρλετίτσες γίνονται αστέρες εν μια νυκτί και τα άσματα που ακούγονται έχουν να κάνουν με παπαγάλους, καμπριολέ αυτοκίνητα και κοντούς με γραβάτες. Όπως καταλαβαίνει κανείς ο στίχος που επικρατεί έχει πέσει πολύ χαμηλά (πιο χαμηλά, πιο χαμηλά, πιο χαμηλά... όπως λέει και το σουξέ)



Η ελληνική τουριστική βιομηχανία έχει αρχίσει το ομόφωνα προοδευτικό έργο της αρκετά πριν την τηλεόραση. Έχει συνειδητοποιήσει τη δύναμη και τον ρόλο της, μόνο που τα αποτελέσματα της στρατηγικής της είναι μια βόμβα με βραδύκαυστο φυτίλι. Προσπαθώντας να βρει σύμβολα διαφημιστικών εκστρατειών ψάχνει το οπλοστάσιο της ιστορίας και της λαϊκής παράδοσης. Τα σύμβολα όμως αυτά χρησιμοποιούμενα με τόσο άσχημο τρόπο οδηγούν οργανικά στοιχεία της κρητικής πολιτισμικής κληρονομιάς, μέσα από συνεχείς υποβαθμίσεις, στον εκφυλισμό. Έτσι λοιπόν η καταπληκτική λαϊκή δημιουργία και τέχνη οδηγήθηκε στον οχετό ενός φθηνού και ευκόλως εξαγώγιμου φολκλόρ. Η περήφανη λύρα ακολουθώντας τη μοίρα του μπουζουκιού διακοσμεί καρτ-ποστάλ, μπρελόκ, διακοσμητικά πιάτα μέχρι και νυχοκόπτες.



Οι κρητικές τοπικές φορεσιές ντύνουν κουκλάκια που πωλούνται στο λιμάνι πριν την αναχώρηση των τουριστών, ως ενθύμιο διακοπών από ένα ηρωικό τόπο που παράγει ρακί και περίφημα αναμνηστικά μαχαίρια με κέρατο από αίγαγρο για λαβή. Για να έχουν δε τόσο οι αλλοδαποί όσο και οι συμπατριώτες μας τουρίστες μια σφαιρική ανάμνηση της Κρήτης φροντίζουν να πάρουν μαζί τους και καμιά κασετούλα με λύρα και πεντοζάλη (κι ας τους φαίνονται μονότονα). Φυσικά θα αγοράσουν ότι μουσικό προϊόν βρουν μπροστά τους και δυστυχώς δεν είναι πια όλα τα προϊόντα της κρητικής δισκογραφίας πρώτης ποιότητας. 

parea_kritikon_me_lira_kai_krasi



Τώρα πια ανάμεσα στους μεγάλους παραδοσιακούς καλλιτέχνες που συνεχίζουν τη μουσική παράδοση του τόπου αρχίζουν να ξεπετιούνται τα βλαστάρια της μοντέρνας σποράς. Νέα παιδιά που έμαθαν την λύρα είτε πρακτικά απ την προηγούμενη γενιά, είτε σε κλισαρισμένες σχολές παραδοσιακών οργάνων, διεκδικούν το δικό τους κομμάτι στην πίτα της μουσικής και της διασκέδασης, μόνο που υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά. Πολλοί απ αυτούς είναι δημιουργήματα αστικών περιοχών, μουσικών σχολών και το βασικότερο της νέας τάξης πραγμάτων. Συντελεστές που δεν μορφοποιούν γνήσιες κρητικές μουσικές ψυχές αλλά απαίδευτους καλλιτέχνες σουξεδιάρικου τύπου. Ως γνωστόν, ο αυθεντικός δημοτικός καλλιτέχνης πρέπει να εκφράζει την ψυχή του, τα βιώματα του, την καθημερινή ιστορία του τόπου του και όλα αυτά με γνήσια μουσική και στίχο, γεμάτα έμπνευση και αυτοσχεδιασμό που δεν καταγράφονται με μαύρα σημάδια πάνω σε πεντάγραμμα χαρτιά και ξενόφερτες λέξεις. Ομως αυτά τα παιδιά δεν είναι βοσκοί, δεν είναι πια αγρότες, δεν στερούνται των υλικών ανέσεων. Την θέση των άγονων βουνών και της ρακής έχουν πάρει οι τέσσερις τοίχοι των μπαρ, οι τουρίστριες και τα ουίσκια. Το κυριότερο δεν έχει φανεί κάποιος ορατός εχθρός που θα τους ξυπνήσει την ανεξίτηλη, έστω και σε λανθάνουσα κατάσταση, κρητική συνείδηση για να τραγουδήσουν αμυνόμενοι σ αυτόν.



Έτσι ο κάθε νέος αγοράζοντας ένα καλό όργανο (μια καλή λύρα φτάνει τις 150 με 200.000 δρχ. και ένα λαούτο τις 300 με 350.000 δρχ.) και μαθαίνοντας μερικά βασικά πράγματα μπορεί να τραγουδήσει για τη μοντέρνα ζωή του με μοντέρνο στίχο αλλά σε παραδοσιακές μουσικές φόρμες, γιατί το άνοιγμα νέων μουσικών δρόμων στην παραδοσιακή μουσική είναι δύσκολο και θέλει πολύ δουλειά. Που υπομονή και όρεξη για δουλειά στην εποχή της ευκολίας;



Sinathrish_Kritikon


Αυτή η μερίδα νέων καλλιτεχνών είναι που ηχογραφεί, αβασάνιστα στις περισσότερες εταιρείες δίσκους που σε λίγα χρόνια δεν τους θυμάται κανείς. Δίσκους προϊόντα φτηνών παραγωγών που τις περισσότερες φορές τα έξοδα των οποίων καλύπτουν οι ίδιοι πουλώντας κανένα χωραφάκι (μια καλή παραγωγή δίσκου κοστίζει από 1 μέχρι 5 εκατομμύρια δρχ. συν τα διαφημιστικά έξοδα)μόνο και μόνο για να βάλουν την φωτογραφία τους στο εξώφυλλο και να ανεβάσουν το κασέ τους στα γλέντια και τους γάμους. Άλλωστε τα έσοδα και τα χαρίσματα που μπορούν να έχουν από ένα τέτοιο γλέντι είναι πολύ υψηλά για να είναι αμελητέα. Ποσά της τάξης των 200 και των 300.000 δρχ. σαν νυχτοκάματο είναι πολύ συνηθισμένα για μια βραδιά, βγαίνουν πολύ πιο εύκολα απ ότι σκάβοντας στο χωράφι και μάλιστα αφορολόγητα. Για να μπούμε όμως ακόμα πιο βαθιά, τώρα πια η κοινωνική ολοκλήρωση που υπήρχε στον ψαρά, τον γεωργό ή τον βοσκό που μετατρεπόταν το βράδυ σε λυράρη, χορευτή, τραγουδιστή δεν υπάρχει.

Sirtos_Xoros1950

Τώρα πια οι άνθρωποι - εργαλεία είναι μονοδιάστατοι . Έξω απ αυτά τα εξειδικευμένα επαγγελματικά τους πεδία νιώθουν αμήχανα και σαστισμένα. Όπως ακριβώς νιώθουν οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι στα γλέντια τα τελευταία χρόνια.


Τα πολυθρύλητα πανηγύρια για παράδειγμα της Κρήτης καταντούν μερικές φορές ανιαρές εθιμοτυπικές επαναλήψεις κακέκτυπα του παλιού εαυτού τους, έτσι ώστε από ομαδική θρησκευτική λατρεία και ψυχαγωγική μέθεξη να γίνονται τόποι επίδειξης, προβολής, αισχροκέρδειας, ανίας και αμηχανίας ενός έκπληκτου, στριμωγμένου και μοναχικού πλήθους. Ενός πλήθους που θα απαιτήσει ν ακούσει τα φτηνιάρικα λαϊκά μέσα στο πρόγραμμα και θα εξυψώσει τον αδούλευτο και διψασμένο για αποδοχή, νεαρό καλλιτέχνη που θα ικανοποιήσει το γούστο του και τις παραγγελιές του.

mousikh_siniparxh


Παράλληλα τα θρυλικά κρητικά κέντρα των περασμένων δεκαετιών οδηγούνται σε μαρασμό. Οι επιχειρηματίες που επένδυαν παλιά σ αυτά, βλέποντας τη στροφή του κοινού (ειδικά στις αστικές περιοχές) προς τη νέα κατάσταση σχεδόν τα εγκαταλείπουν. Έτσι βλέπουμε κέντρα διασκέδασης με χαμηλή φολκλορική αισθητική, με μενού απαράλλαχτα στο χρόνο (μπριζόλα, παιδάκι και παιδάκι και τα λοιπά γνωστά και κλασσικά) και το κυριότερο με ορχήστρες κρητικολαικές ικανές να παίζουν και κρητικά και λαϊκά. Ως γνωστόν όμως δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη δεν χωράνε και έτσι το επίπεδό τους σε δύο διαφορετικά είδη δεν είναι δυνατόν να είναι το ίδιο με τα εξειδικευμένα στα κρητικά συγκροτήματα. Παράλληλα κανένα απ τα αξιοσέβαστα ονόματα δεν τραγουδάει για μεγάλο διάστημα στον ίδιο χώρο. Εδώ δεν είναι λαϊκά που το πρόγραμμα βγαίνει από 6-7 τραγουδιστές. Εδώ το πρόγραμμα βγαίνει από λίγους καλλιτέχνες που αν τραγουδάνε έξι ώρες κάθε νύχτα επί μια σεζόν πάει κάηκαν και κανείς τους δεν θα το ήθελε αυτό. Έτσι με αυτή τη χαμηλή ποιότητα στο πρόγραμμα το κοινό εγκαταλείπει τα κρητικά κέντρα και φυσικά που θα οδηγηθεί; Που αλλού παρά στα κέντρα με λαϊκό πρόγραμμα, που κι αυτά όμως χτυπημένα στο τέλος της δεκαετίας του 80 απ το σύγχρονο ρεύμα, δίνουν τη θέση τους στα μαγαζιά με πρόγραμμα από δίσκους και disk - jockeys. Τα ελληνάδικα της χαρτοπετσέτας και του στριπ -τηζ. Μια καλή ανάμνηση λοιπόν οι χρυσές εποχές του Μίτου και της Αριάδνης (ενδεικτικά) από το 1970 μέχρι το 82-83 όπου έβλεπες 300 άτομα σε καθημερινή βάση σε κρητικά κέντρα να δίνουν έσοδα και θάρρος στους επιχειρηματίες του είδους.

Topikes_Endimasies1960


Τα γλέντια οργανώνονταν στα ταπεινά καφενεία του χωριού, στα δώματα των σπιτιών, στους περιβόλους των εκκλησιών, στις αλάνες κάτω από τεράστιες καρυδιές και γερικους πλατάνους, μέσα σε αυτοσχέδιες καλύβες και όπου αλλού μπορούσαν να σύρουν τα βήματά τους οι χορευτές. Οι οργανοπαίκτες ήταν, κατά κύριο επάγγελμα ξωμάχοι, που γνώρισαν παράλληλα λίγη μουσική, με την οποία συντόνιζαν τα ζάλα των χορευτών. Το μουσικό όργανο που κυριαρχούσε παλαιότερα ήταν η ασκομαντούρα. Ο χωριανός μου ο μαντουράρης, με μόνη την ασκομαντούρα, διεκπεραίωσε μουσικά δεκάδες γάμους και άλλα τόσα τοπικά πανηγύρια. Αργότερα μπήκε στην υπηρεσία του γλεντιού, στα μέρη του Λασιθίου, το βιολί, η μαντόλα και το λαγούτο. Οι βιολάτρες του τόπου μου δεν ήταν σίγουρα Καλογερίδηδες. Ολοι τους όμως έβγαζαν το γλέντι και διασκέδαζαν τους χωριανούς μου. Από όλους τους βιολάτορες ξεχώριζε ο Γεράνης, ένας υψηλόκορμος Αγιοπαρασκιώτης που είχε παντρευτεί στον Αβρακόντε και έπαιζε και ευρωπαϊκά ταγκό, βάλς και Μπόσα Νόβα. Καλός ήταν κι ένας άλλος Αβρακοδιανός ο Μιλτιάδης παρόλο που δεν προσάρμοζε τις μαντινάδες του στις εποχές του χρόνου. Ετσι σ’ένα γλέντι που γινόταν στην καρδιά του χειμώνα τραγουδούσε: “Ηρθε πάλι η άνοιξη, τα χελιδόνια εφτάξαν!..” Εξω όμως είχε σταθεί μισό μέτρο το χιόνι.
Για να καλυφτούν οι μουσικές ανάγκες των μεγάλων πανηγυριών, κυρίως του Αη Γιαννιού, προσήρχοντο στο Λασιθι επιφανείς μουσικοί από τους δυο νομούς της Ανατολικής Κρήτης, που έφερναν μαζί τους και πρωτόγονα- έστω- ενισχυτικά μηχανήματα.

kritikos_lyrarhs

Ηταν τέτοια η εντύπωση που μου έκαναν τα μεγάφωνα που νόμιζα ότι μέσα στα κουτιά αυτά ήταν ο άνθρωπος που τραγουδούσε τόσο δυνατά. Σαν να βλέπω τώρα να παίζουν σε φτωχά καφενεία του χωριού μου ο αείμνηστοςΞυλούρης, ο Γιώργης ο Καλομοίρης, ο Μανουράς, ο Ηρακλής ο Σταυρουλάκης, ο Καστίγος, ο Μουντακης, ο Δερμιτζογιάννης κ.α. ονομαστοί που τότε ήταν νέοι,ανεπιασάρηδες οι περισσότεροι. Οταν έπαιζαν οι παραπάνω, συνήθως τα γλέντια που ταυτόχρονα γινόντουσαν σε άλλα καφενεία με ντόπιους διέλυαν και οι βιολάτορες πήγαιναν και παρακολουθούσαν, όρθιοι την πόρτα τους σημαντικούς οργανοπαίκτες.
Σήμερα οι ιδιοκτήτες των κέντρων προσκαλούν τους οργανοπαίχτες και τους προσφέρουν σεβαστή χρηματική αμοιβή. Τα παλιά όμως χρόνια οι μουσικοί του τόπου πρότειναν στους καφετζήδες να παίζουν στο καφενείο τους χωρίς καμιά αποζημίωση. Ο καφετζής δεν χρειαζόταν να το πολυσκεφτεί γιατί δεν απαιτούνταν ιδιαίτερες προετοιμασίες για να οργανωθεί το γλέντι. Μια επίσκεψη στο παντοπωλείο ήταν αρκετή, για να εφοδιαστεί το καφενείο με λουκούμια, φλόκες, βανίλια και μια παραγγελία στο λεμονατζή να φέρει τα αναψυκτικά που χρειαζόντουσαν. Τραπέζια δεν υπήρε χρεία να βρεθούν, γιατί δεν είχαν καμιά χρησιμότητα. Το κοινό ήθελε μόνο καρέκλες ή εν ανάγκη πάγκους για να καθίσει και τίποτα περισσότερο. Επαιρνε στο χέρι καθένας τη φλόκα του ή το αναψυκτικό του καιέκανε το σεΐρι” του, δηλαδή απολάμβανε τα δρώμενα.
Στα τελευταία καθίσματα θρονιαζόντουσαν οι “ακίνητοι” δηλαδή οι ηλικιωμένοι και όσοι δεν ήξεραν να χορεύουν. Κοντά στην πίστα άραζαν οι “κινητοί” δηλ. οι κοπελιές, οι ντελικανήδες και οι χορευτές. Οι πιο θερμόαιμοι απ’αυτούς δεν κάθιζαν ποτέ, άλλά χόρευαν ασταμάτητα.
Χωρίς δουλειά δεν έμεναν κι οι πιο νόστιμες κοπελιές. Ολοι τις σήκωναν θέλοντας και μη να τους συνοδέψουν στο χορό. Αντίθετα οι πιο κακομούτσουνες έμεναν ασάλευτες στις καρέκλες τους.
Πέρασαν τόσα χρόνια και ακόμα θυμάμαι το ζωγραφισμένο παράπονο στο πρόσωπό τους.
Οι πιο πολλοί χορευτάκιζαν λες και πατούσαν σταφύλλια. Υπήρχαν όμως και αρκετοί εξαίσιοι χορευτές που χόρευαν σεμνά και ταπεινά, έκαναν όμορφες κοκκαλιές, χαριτωμένα στριφογυρίσματα και ποτέ δεν πατούσαν τα πόδια των θεατών. Μερικοί όμως, όπως ο Σκύβαλος και ο Κρασανονικόλης ήταν “ατζούμπαλοι” χορευτές. Πηδούσαν ζωηρά, έκαναν τσαλίμια, έτρεχαν μπρος-πίσω, σήκωναν ψαλίδια στον αέρα και γενικά ήθελαν ένα αλώνι για να εκτελέσουν τις χορογραφίες τους. Ολοι οι θαμώνες σύρνονταν πίσω για να μην τσαλαπατηθούν από τους δυναμικούς αυτούς γλεντανθρώπους.

%25CE%259A%25CE%2595%25CE%259D%25CE%25A4%25CE%25A1%25CE%259F+%25CE%259A%25CE%2591%25CE%25A3%25CE%25A4%25CE%25A1%25CE%259F

Συχνά ακούγονταν τα συνθήματα “Ντάμα λυράρη” και “Ντάμα μπουφέ” από κάποιο χορευτή. Το πρώτο σύνθημα σήμαινε ότι οι άντρες χορευτές έπρεπε να βάλουν “μπαξίσι”, δώρο στους οργανοπαίκτες. Το δεύτερο ότι ανελάμβαναν να πληρώσουν το κέρασμα που θα έκανε ο καφετζής στους χορευτές και στις χορεύτριες. Οι χορευτές έβαζαν ένα κέρμα μέσα στη μαντόλα του οργανοπαίκτη. Ο γνωστός όμως Μαντούρης το απαγόρεψε αυτό, γιατί όταν άδειαζε τη μαντόλα για να μετρήσει τη “σοδειά” έβρισκε μέσα πολλά κουμπιά και καταργημένα κέρματα.
Μερικοί βιολιτζήδες, αν και μέτριοι κατόρθωναν να διαλύουν τα γλέντια, καλύτερων συναδέλφων τους με πονηρά τερτίπια. Ο Τερτίπης έσερνε πάντα στα γλέντια του 5-6 αερλίδικες, όμορφες και χορευτίνες συγγενείς του που τραβούσαν σαν μαγνήτες όλους τους νέους του χωριού και γινόταν ο χαμός. Ταυτόχρονα έδινε σε κάποιο έμπιστό του το ποσό αυτό ως “μπαξίσι”. Ετσι οι άλλοι γλεντοκόποι παρεσύροντο και τον ακολουθούσαν. Γι’αυτό η σοδειά του μέτριου μουσικού ήταν μεγαλύτερη από εκείνη του ξακουστού λυράρη που δεν έκανε μήτε σεφτέ, μερικές φορές.

A1

Εντύπωση μου έκανε ο τρόπος που λειτουργούσαν οι χορευτές στο σιγανό χορό. Συνήθως μια κατεχαρού μαντιναδολόγισσα έλεγε από μια μαντινάδα για κάθε χορευτή. Ο καθένας ήταν υποχρεωμένος ν’απαντήσει με μαντινάδα στη μαντινάδα. Αυτό μου θύμιζε το διάλογο που γινόταν ανάμεσα στην κορυφαία του αρχαίου χορού με τον υποκριτή. Πολλοί κατάφερναν ν’απαντούν επιτυχώς στις ανεγυριστικές μαντιναδολογικές προκλήσεις. Αλλοι όμως έψαχναν τρύπα στο πάτωμα του καφενείου να κρυφτούν, όταν δεν μπορούσαν ν’απαντήσουν. Σ’ένα τέτοιο σιγανό κάποτε μια Πεδιαδίτισσα κοπελιά, που δε δούλεψε ποτέ της απευθύνθηκε σ’ένα ροδαλό και δουλεμένο νέο: 


-Λασιώτη εγώ δα παντρευτώ, που’ναι γερή η καρδιά του 


και σαν τα τριαντάφυλλα είναι τα μάγουλά του. 
Και ο Λασιώτης της απάντησε: 
- Λασιώτη συ μην παντρευτείς, γιατί δα μετανιώσεις, 
απ’τη δουλειά εκειά ψηλά σιγά-σιγά θα λιώσεις. 

Ενας άλλος αγροίκος μαντιναδολογικά προσπαθούσε ν’απαντήσει στην πρόκληση λέγοντας: “Ο σάντολός μου του παπά…”. Και ξανά μανά “Ο σάντολος μου του παπά…” Οπότε σηκώνεται όρθιος ο Βασίλης του παπά: “Ω ανάθεμά σε και’σενα και το σάντολό σου!” Κι ήταν ο ίδιος ο σάντολος της ανολοκλήρωτης μαντινάδας!

Σήμερα στα νυχτερινά κρητικά κέντρα δεν υπάρχει πια αυτή η αυθορμησία. Ολα είναι τυποποιημένα και άνοστα. Ακόμα και αυτά τα χορευτικά συγκροτήματα, που εκτός από τους πήδους και το συγχρονισμό τους, δεν προσφέρουν τίποτε άλλο, γιατί χορεύουν επαγγελματικά. Ο παλιός χορευτής λειτουργούσε στο γλέντι. Εξωτερίκευε αυτό που ένιωθε. Εμείς νιώθομε αυτό που εξωτερικεύομε;