27 Αυγούστου 1955, στους πρόποδες του Ψηλορείτη, στο χωριό Βορίζια ρέει άφθονο κρασί και τσικουδιά. Η κρητική λύρα ηχεί και οι μαντινάδες συμπληρώνουν τη γιορτή του Αγίου Φανουρίου. Κόσμος έχει συρρεύ...για τη γιορτή μέχρι που το γλέντι μετατράπηκε σε τραγωδία και η χαρά σε δυστυχία....
Το κακό δεν άργησε να τριτώσει. Η εκδίκηση για την πρώτη πράξη του δράματος συνεχίστηκε, καθώς ένας ακόμα χωριανός σκότωσε με πυροβόλο όπλο έναν άλλο...
Πριν περάσει ένας χρόνος από την βεντέτα των Βοριζίων οι κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν στο Κακουργιοδικείο της Αθήνας. Η επιλογή του Β’ Κακουργιοδικείου Αθηνών έγινε με απόφαση του Αρείου Πάγου προκειμένου να αποφευχθούν αντεκδικήσεις μεταξύ των διαδίκων.
Η δίκη ζωντανεύει το ομαδικό φονικό
Ο Τύπος της εποχής περιέγραφε την εικόνα του δικαστηρίου. Γυναίκες μαυροντυμένες με τσεμπέρια κατεβασμένα ως τα μάτια τριγύριζαν με ανέκφραστα πρόσωπα στους διαδρόμους. Οι άνδρες φορούσαν μαύρα πουκάμισα και ψηλές μαύρες μπότες. Συγκεντρώνονταν σε ομάδες και σχολίαζαν την εξέλιξη.
Μόνο σε λίγους από αυτούς μετά από επισταμένη σωματική έρευνα, επιτράπηκε η είσοδος στο δικαστήριο.
Στη δίκη κατατέθηκε ότι το βράδυ του Αγίου Φανουρίου μόλις οι κάτοικοι άκουσαν την πρώτη πιστολιά,που σκότωσε τον δασοφύλακα, κυριεύθηκαν από ένα είδος αμόκ. Οι άντρες του χωριού έσπευσαν να πάρουν κάθε όπλο που είχαν σπίτι και έτρεχαν στους δρόμους του χωριού.
Η επιείκεια στις ποινές και η αποφυλάκιση
Στη δίκη ο βασικός κατηγορούμενος υποστήριξε ότι έπινε επί 27 ώρες κρασί και τσικουδιά και ότι είχε μαζί του το φονικό μαχαίρι, καθώς ήταν χασάπης. Τελικά καταδικάστηκε σε κάθειρξη 20 χρόνων.
Ο ανηψιός της συζύγου του δασοφύλακα, ο δράστης του δεύτερου φόνου, καταδικάστηκε σε κάθειρξη 10 ετών και ο τρίτος κατηγορούμενος σε κάθειρξη 25 ετών.
Το δικαστήριο επέβαλε μικρότερες ποινές στους άλλους για κατοχή όπλων. Οι κατηγορούμενοι σύμφωνα με τα δημοσιεύματα των εφημερίδων δέχτηκαν δυσαρεστημένοι τις ποινές, ενώ αυτός που κατηγορήθηκε ως ηθικός αυτουργός στην πρώτη δολοφονία, έφυγε δακρυσμένος για την απαλλαγή του.
Ο πρωτοαίτιος των γεγονότων, πήρε χάρη με βασιλικό διάταγμα της 17ης Απριλίου 1963. Σύμφωνα με αυτό η κάθειρξη των 20 χρόνων μετριάστηκε σε κάθειρξη 18 ετών. Η μείωση της ποινής έγινε μετά από εισήγηση του τότε υπουργού δικαιοσύνης Κ. Παπακωνσταντίνου.
Ο δράστης στις 27 Ιανουαρίου 1968 αποφυλακίστηκε με όρους και με αναστολή του υπολοίπου της ποινής του. Ως προς τους άλλους καταδικασθέντες, ο δεύτερος αποφυλακίστηκε 15 χρόνια μετά την καταδίκη. Έζησε στο Ηράκλειο και απέφυγε συστηματικά να επισκέπτεται τα Βορίζια, τηρώντας την απαγόρευση του άγραφου νόμου της βεντέτας.
Σήμερα οι Βοριζιανοί με ψυχραιμία και σωφροσύνη συνεχίζουν να γιορτάζουν τον Άγιο Φανούριο χωρίς κρητική λύρα, χωρίς μαντινάδες, αλκοόλ και μπαλοθιές. Έχουν γυρίσει σελίδα και απέδειξαν ότι τα πάθη και τα μίση δεν πρέπει να διαιωνίζονται, αλλά να καταδικάζονται. Γι’ αυτό η αιματηρή βεντέτα της 27ης Αυγούστου 1955 αποτελεί ένα καταδικασμένο παρελθόν.
Πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο Λόγω Τιμής, του Δημήτρη Ξυριτάκη, εκδόσεις Μελάνι.


.jpg)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου