Το διήγημα ( Το φορτηγό ο πόθος ) - της Αννας Τακάκη

 Ήτανε μια πρωτομαγιά...απ’αυτές που σιγά σιγά ξεθωριάζουν τα χρώματά τους στο πέρασμα των χρόνων αλλά αποκτούν μείζονα αξία, ωσάν ένας πίνακας μεγάλου ζωγράφου όσο παλιώνει. 


Οι άνθρωποι της υπαίθρου γιόρταζαν έτσι κι αλλιώς την άνοιξη στην εξοχή αφού ποτέ δε λείπανε οι αγροτικές εργασίες. Μην ξεχνάμε πως τα μηχανικά μέσα ήταν ακόμη πενιχρά κι έτσι ξόδευαν πολύ περισσότερο χρόνο στην αγροτιά, όταν μιλάμε για τη δεκαετία του 1960. 


Ξημέρωνε λοιπόν η πρώτη του Μάη, και μια παρέα χωριανών απεφάσισαν να διακόψουν οτιδήποτε αγροτική ενασχόληση στο ορεινό χωριό μου, τη Ζήρο, και να κάμουν μια μικρή εκδρομή σε ένα άλλο μέρος παραθαλάσσιο, κάπου μια ώρα, αφού ο δρόμος από ένα σημείο και μετά ήταν χωμάτινος. 


Την ιδέα γι’ αυτή την εκδρομή την είχε ο οδηγός και ιδιοκτήτης ενός φορτηγού αυτοκινήτου, ο αείμνηστος Βερίγος, που είχε και το μοναδικό ίσως φορτηγό στην περιοχή, που χρησίμευε για την μεταφορά υλικών. Και όχι μόνο αυτό αλλά ήταν και το μόνο μέσο για την μαζική μεταφορά ατόμων από το ένα χωριό στο άλλο, αν επρόκειτο για πανηγύρι ή για γάμο, ακόμη αν είχε κάποιος άμεση ανάγκη μεταφοράς στην μικρή μας πόλη. 


Οι χωρικοί δεν είχαν ακόμη την δυνατότητα ούτε και την πολυτέλεια να πάρουν δικά τους ΙΧ αυτοκίνητα. Γενικά το αυτοκίνητο ήταν ένα σπάνιο είδος την εποχή αυτή. Για τις μεταφορές στο χωριό και στα γύρω μετόχια χρησιμοποιούσαν τα συμπαθητικά τετράποδα, όπως γαϊδουράκια και μουλάρια. Από τα μέσα του περασμένου αιώνα και μετά, υπήρχε μόνο ένα λεωφορείο που συνέδεε τα χωριά της επαρχίας μας με την κωμόπολη, Σητεία, κι αυτό δεν θυμάμαι αν ήτανε καθημερνά. 


Το φορτηγό τούτο όμως του Βερίγο, έκανε διπλές δουλειές, αφού χρησίμευε και σαν λεωφορείο κατά κάποιο τρόπο για τις μαζικές μετακινήσεις όποτε ήτανε ανάγκη. Ο Βερίγος, λοιπόν, ένας αγαπητός άνθρωπος στην τοπική κοινωνία, δραστήριος και γλετζές, άρχισε να ξεσηκώνει πολλούς συγχωριανούς να περάσουν εκείνη την πρωτομαγιά σε ένα όμορφο και παρθένο ακόμη μέρος, που πολλοί δεν το γνώριζαν, τον Μακρύ Γιαλό. Αρκετοί ήταν εκείνοι που τον ακολούθησαν, γονείς με τα παιδιά τους νέες, νέοι, όλοι μαζί μια καροτσάδα. 


Πρωί πρωί με το χάραμα της μέρας άνέβαιναν συβούρβουλοι στην καρότσα για ένα ταξίδι αναψυχής, και μια μέρα ανάπαυσης από τον καθημερινό κάματο. Ανάμεσα σ’αυτούς που συμμετείχαν στην εκδρομή ήταν και οι γονείς μου, ω τι ευτυχία, θα έπαιρναν κι εμένα, μικρό παιδί κόμη στις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Από τη χαρά μου, όπως και άλλα συνομήλικα μου, δεν κλείσαμε μάτι όλη νύχτα, να ονειρευόμαστε αυτό το ταξίδι. Ποτέ άλλοτε δεν είχαμε μπει σε αυτοκίνητο, πόσο μάλιστα σε ένα φορτηγό, ένα τόσο ψηλό αυτοκίνητο! 

Θα είμαστε στην καρότσα, ω, τι χαρά!...το τι θα βλέπανε τα μάτια μας από κει πάνω! Θα πηγαίναμε στη θάλασσα, σε ένα γιαλό μακρύ μακρύ…πόσο μακρύς να ήτανε άραγε. αυτός ο Μακρύς Γιαλός; Τώρα που θυμάμαι την όλη διαδικασία σαν ένα σκηνικό παλιάς ασπρόμαυρης ταινίας, είναι σα να έχω ζήσει δυο ζωές! 


Δεν είχαμε φωτογραφικές μηχανές για να αποθανατίσουμε τα σκηνικά, μονάχα ο φακός της μνήμης ίσως είναι και ο πιο δυνατός, καθώς θυμάμαι αυτό το φορτηγό του αείμνηστου Μανώλη Βερίγου να κατακλύζεται με κόσμο εκείνη την πρωτομαγιά. Γέμισαν με καρέκλες, θυμάμαι, την καρότσα για να κάτσουν οι γυναίκες. Εμείς τα παιδιά και οι άντρες ήμασταν όρθιοι, αλλά κάπου ακουμπούσαμε για να μην πέφτουμε. Μια καροτσάδα, λοιπόν, άντρες, γυναίκες παιδιά για το ταξίδι «Ο ΠΟΘΟΣ». 


Γιατί μόνο πόθος ήτανε για μας τουλάχιστον τα παιδιά. Η πρώτη μας αυτοκινητάδα! Φάτσες χαρούμενες, ιστορίες, τραγούδια, αστεία σε όλο τον δρόμο. Μια εκδρομή για τον παράδεισο! Άιντε γεια χωριό μας …πάμε για καινούριες πολιτείες…! Πολιτείες βέβαια δε βρήκαμε στο διάβα μας μόνο μικρά χωριουδάκια, αλλά ήταν όλα τόσο μαγικά, και τόσο ζωντανά. -Μαμά, μπαμπά γιατί τρέχουν τα δέντρα; Γιατί μας κυνηγούν; Ήταν το πρώτο περίεργο που είδα κι ένιωσα σ’αυτό το πρώτο ταξίδι. 


Σαν και να κινιόντουσαν, λέει, τα δέντρα, τα βουνά, τα σπιτάκια. Αχ, κι αυτό το τραμπάλισμα στο χωματόδρομο, το μετακούνημα. των επιβατών μαζί με τις καρέκλες, τα παιδικά επιφωνήματα, τα γέλια οι φωνές, τα χωρατά, ακόμη κι αυτός ο θόρυβος του φορτηγού είχε τη γοητεία του. Φτάσαμε σε μια έρημη και μεγάλη παραλία του Μακρύ Γιαλού. Άραξε κάπου σ’ένα χωράφι το τροχοφόρο μας και κατεβήκαμε, με κάποια βοήθεια βέβαια από το φορτηγό ψηλό αυτοκίνητο. 


Τα παιδιά απλωθήκαμε στην παραλία και μαζεύαμε κοχύλια, τις κουργιαλίδες που λέγαμε τότε. Περπατήσαμε στην μεγάλη αμμουδιά και βρέξαμε τα πόδια μας στη θάλασσα. Κάποιοι από τους μεγάλους έκαναν μπάνιο, κι ύστερα καθίσαμε σε ένα καφενεδάκι το μοναδικό που υπήρχε στην περιοχή. Οικήματα δεν υπήρχαν μόνο εδώ κι εκεί στις πλαγιές μερικά χαμόσπιτα. 


Ένας τεράστιος κάμπος με κάποια καλλιεργήσιμα χωράφια και λίγες ελιές ήταν η απλωσιά και η απλότητα στο μάτι και στο νου να μας ταξιδεύει όλο και πιο μακριά εκείνη τη μαγιάτικη πρώτη μέρα. Κάνα δυο μικρά βαρκάκια στην άκρη του γιαλού τραμπαλίζανε στο κρυστάλλινο νερό. 


Στο μικρό καφενεδάκι φάγαμε φρέσκο ψαράκι, θυμάμαι, ήπιαμε αναψυκτικά από τον πάγο, οι μεγάλοι τραγούδησαν και το διασκεδάσανε αρκετά, αφού είχανε φέρει μαζί και κάποια μουσικά όργανα, αν θυμάμαι βιολί και κιθάρα. Το απογευματάκι πριν βασιλέψει ο ήλιος πήραμε το δρόμο της επιστροφής με το φορτηγό μας να ανασαίνει βαριά στην ανηφόρα με ένα δυνατό ββρρρ!!. Φτάσαμε βραδάκι στο χωριό μας, μικροί, μεγάλοι, γεμάτοι από μια μέρα που έμελλε να μην ξεχαστεί ποτέ!

Άννα Τακάκη

ΚΡΗΤΗ ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΧΩΡΙΑ kritipoliskaixoria

Η Κρήτη στο ίντερνετ με πλούσιο φωτογραφικό υλικό, πολιτιστικά, λαογραφικά νέα και ιστορικά στοιχεία, Αφιερώματα αε πόλεις και χωριά της Κρήτης, αρχαιολογικούς χώρους, θρησκευτικά μνημεία, και Ανθρώπους

0 Comments:

Δημοσίευση σχολίου

.........