Ο Νόμος 4000 ήταν το Νομοθετικό Διάταγμα 4000/1959 που θεσπίστηκε από την Κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1958. Με αυτό καθόριζε την αντιμετώπιση των νεαρών που ήταν γνωστοί ως τεντιμπόις.
Οι «τεντιμπόηδες» θεωρούνταν επικίνδυνοι λόγω της συμπεριφοράς τους, που χαρακτηριζόταν αναιδής και προκλητική για την κοινωνία από την κυβέρνηση. Ψηφίστηκε στην Βουλή ύστερα από εισήγηση του Υπουργού Δικαιοσύνης Κωνσταντίνου Καλλία και εφαρμόστηκε πρώτη φορά από τον Ευάγγελο Καλαντζή, Υφυπουργό Εσωτερικών.
Στόχος του ήταν η αντιμετώπιση του αναπτυσσόμενου φαινόμενου νεαρών ταραχοποιών που πετούσαν γιαούρτια, μέσω της δημόσιας διαπόμπευσης. Η ποινή περιλάμβανε ξύρισμα «εν χρω» δηλαδή με την ψιλή στο αστυνομικό τμήμα, σκίσιμο του παντελονιού και πορεία ντροπής με ατιμωτικές ταμπέλες συνοδεία αστυνομικών.
Ο όρος ‘Τεντιμποϊσμός’ προέρχεται από το αγγλικό «teddy boy», που χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει μια ομάδα νεαρών Άγγλων της δεκαετίας του '50. Επρόκειτο συνήθως για κακομαθημένους νέους γόνους πλούσιων οικογενειών με κομψή εμφάνιση και περιποιημένα μαλλιά οι οποίοι είχαν αναπτύξει προκλητική και ρατσιστική συμπεριφορά εναντίον αλλοδαπών ή φτωχότερων πολιτών.
Στην Ελλάδα ο όρος πήρε την έννοια του καλοζωισμένου ταραξία, που έσπαγε την ανία του με την εξύβριση, κυρίως με το γιαούρτωμα.
Κατά μία εκδοχή, το γιαούρτωμα ξεκίνησε από τα λαϊκά, φτωχότερα στρώματα, όμως ασχέτως αν συμμετείχαν στο «κίνημα» και φτωχοί νεαροί, η αρχή φαίνεται πως έγινε από νέους αριστοκρατικών οικογενειών, που με αυτό τον τρόπο ήθελαν να διασκεδάσουν ή να «τιμωρήσουν» στόχους όπως καθηγητές ή αστυνομικούς.
Τα γιαουρτώματα επεκτάθηκαν τότε σε όλη την Αθήνα, σε γειτονιές πλούσιες και φτωχικές, στο κέντρο και στα προάστια. Φήμες της εποχής, μάλιστα, λένε ότι γαλακτοπωλεία είχαν κάνει συμφωνίες με «συμμορίες» νέων της εποχής, προμηθεύοντάς τους με ληγμένα γιαούρτια. Το φαινόμενο διευρυνόταν ραγδαία κι ο Νόμος 4000 δημιουργήθηκε για να το αναχαιτίσει.
Ως πρώτο καταγεγραμμένο περιστατικό επιβολής του Νόμου 4000 με την τιμωρία του κουρέματος και της δημόσιας διαπόμπευσης θεωρείται το περιστατικό που έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1958.
Στον κινηματογράφο Αελλώ στην Κυψέλη δύο νεαροί σχολίασαν κοροϊδευτικά την τριχοφυΐα ευτραφούς κυρίας, η οποία έβγαινε από το σινεμά με την κόρη της. Η κυρία αντέδρασε χαστουκίζοντας τον ένα, οι δύο νεαροί ακολούθησαν τις δύο γυναίκες και ακριβώς έξω από την πολυκατοικία τους, την γιαούρτωσαν.
Οι δύο νεαροί συλλαμβάνονται και κουρεύονται «εν χρω» με την ψιλή στο αστυνομικό τμήμα. Τα ρεβέρ των παντελονιών τους ψαλιδίζονται και η δημόσια πομπή ξεκινά από την Κυψέλη, ενώ από το λαιμό του ενός κρέμεται η ατιμωτική πινακίδα: «Είμεθα τέντυ μπόης. Πετάξαμε γιαούρτι κατά γυναικός».
Με το Νόμο 4000, τιμωρούνταν όσοι προέβαιναν σε πράξεις εξύβρισης. Η αστυνομία συλλάμβανε όσους νεαρούς θεωρούσε κατά την δική της κρίση ότι διέπρατταν εξύβριση, και τους οδηγούσε στο κρατητήριο, όπου γινόταν σε αυτούς κούρεμα με την ψιλή, τους έσκιζαν τα παντελόνια και εν συνεχεία τους περιέφεραν στο δρόμο εξευτελίζοντάς τους.
Ο νόμος δέχτηκε έντονη κριτική γιατί προήγαγε τη διαπόμπευση. Επίσης, όριζε ότι θα ασκούνταν δίωξη και εναντίον των γονέων των ανήλικων ταραξιών. Τα αστυνομικά όργανα είχαν πολύ μεγάλη ευχέρεια να ορίσουν το τι συνιστούσε εξύβριση, και αυτό οδήγησε στην κακοποίηση και διαπόμπευση πολλών νεαρών.
Ήταν αδιανόητη η επιβολή του νόμου χωρίς καν δικαστική απόφαση. Το φαινόμενο αποτυπώθηκε στον Κινηματογράφο το 1962 στην ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη «Νόμος 4000», με τον Βασίλη Διαμαντόπουλο και την Ζωή Λάσκαρη στην οποία μαθητής γιαουρτώνει τον καθηγητή του και υφίσταται τις συνέπειες του νόμου.
Κατά την περίοδο της Δικτατορίας ο Νόμος 4000 έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής από τα αστυνομικά όργανα. Με διαταγή του Υπουργού Παιδείας Θεοφύλακτου Παπακωνσταντίνου όσοι νεαροί ήταν μακρυμάλληδες και συλλαμβάνονταν από την αστυνομία, θα υφίσταντο κούρεμα εν χρω.
Ο Διοικητής της ΕΣΑ, Συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς, αποκαλούσε τους νεαρούς Αριστερούς «άπλυτους μακρυμάλληδες», «διακονιάρηδες και αποδιοπομπαίους» και όπως έλεγε, ο σκοπός δεν ήταν να τους κόψει τα μαλλιά αλλά «να τους κόψω την νοοτροπίαν, ήτις είναι καταστρεπτική δι’ αυτούς και διά την Ελλάδαν».
Τελευταία φορά που εφαρμόστηκε ο Νόμος 4000 ήταν το 1981 από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας του Γεωργίου Ράλλη. Το 1983 ο Ανδρέας Παπανδρέου τον κατάργησε μετά από 22 χρόνια στα πλαίσια εκδημοκρατισμού της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου